Οι λίμνες της Μαντινείας το 1858

Περί των εν Μαντινεία Λιμνών

Η διαίρεσις της επαρχίας Μαντινείας περιλαμβάνει ως εκ της φυσικής αυτής θέσεως διαφόρους πεδιάδας μάλλον ή ήττον εκτεταμένας και εκ διαφόρων ορέων περικυκλουμένας· η μεγαλειτέρα εν αυτή τη επαρχία πεδιάς είναι η μεταξύ των ορέων Παρθενίου και Μαινάλου κατά πλάτος, και κατά μήκος μεταξύ Κρησίου και Αγχησίας, περιέχουσα τας τε αρχαίας πόλεις του Παλλαντίου, της Τεγέας και της Μαντινείας, και την νεωτέραν πόλιν Τρίπολιν, αι δε της Δαβιάς, Βαλτεσίου, Νάσσων και Ορχομενού είναι κατά λόγον της πρώτης πολύ μικρότεραι· […] τα όμβρια μη ευρίσκοντα εις όλας τα πεδιάδας ταύτας διέξοδον πλημμυρούσι, και σχηματίζουσι κατά τον χειμώνα διαφόρους λίμνας διαρκούσας μέχρι του Ιουλίου, και καλυπτούσας περί τας 70.000 στεμ. γαίας.

Ούτω λοιπόν εν μεν τη πρώτη και μεγαλειτέρα πεδιάδι σχηματίζονται τέσσαρες λίμναι, ήτοι μία προς δυσμάς του Παρθενίου όρους ονομαζομένη της Βερζοβάς, εν η εκχύνεται ο Γαρεάτης ποταμός, ετέρα προς άρκτον του Κρησίου όρους, Τάκα ονομαζομένη, εν η εισέρχονται διάφοροι μικροί χείμαρροι εκ τε Παλλαντίου και Μανθυρέας, άλλη προς ανατολάς του όρους Αγχησία, ονομαζομένη των Σιμιάδων, δεχομένη τα ύδατα του ποταμού Όφεως και των πέριξ της αρχαίας Μαντινείας αενάων πηγών Καμαράκη (Άρνης) Τριπηχίου (Κρήνης Μελιαστών) Πικερνίου (Μελαγγείων) Καρύτενας (Αλαλκομενίας) και άλλων μικρών· η μεγαλειτέρα όμως πλημμύρα αυτής γένεται, όταν κατά διετίαν ή τριετίαν αναφαίνωνται εις τας υπωρείας της Αγχησίας και των πέριξ λόφων διάφοροι πηγαί, άφθονον ύδωρ εκχέουσαι, σημαντικωτέρα των οποίων είναι ο Σάρτζης λεγόμενος, ότε καλύπτονται επέκεινα των 15000 στρεμ. γαίαι· τετάρτη δε λίμνη ή Βάλτος εν τη προκειμένη πεδιάδι σχηματίζεται προς το χωρίον Τσιπιανά, ονομαζομένη Αργόν πεδίον, ήτις δέχεται τα ύδατα διαφόρων πέριξ αυτής πηγών, εν αις και της Φιλιππίου (νυν χάβος)· εν δε τη πεδιάδι του Ορχομενού σχηματίζεται μία και μόνη, της Κανδήλας λεγομένη, πλησίον των Καφυών, έχουσα το ύδωρ εξ ομβρύων μεν, αλλά και εκ πηγών περί αυτήν διαφορών, ων η σημαντικωτέρα είναι αι Τενείαι λεγόμεναι πηγαί· υπήρχε και έκτη λίμνη ή Βάλτος εις Πάπαρι του δήμου Βαλτεσίου, πλησίον της Ασέας, προς τον οποίον εισβάλλουν οι περίφημοι ποταμοί τας Πελοποννήσου Ευρώτας τε και Αλφειός κατά Παυσανίαν, (Αρκαδ. Κεφ. ΜΔ΄), οίτινες αφανιζόμενοι, κατ’ αυτόν, εις χάσμα γης εξήρχοντο ο μεν προς την Λακωνικήν, ο δε προς την Μεγαλοπολίτιδα, αλλ’ ο Βάλτος ούτος αποξηρανθείς δια της εργασίας των κατοίκων κατέστη ήδη αγρός ευφορώτατος· […]

Εκ των ανωτέρω πέντε λιμνών δύο μόνον υπήρχον εις τους αρχαίους χρόνους, η του Αργού πεδίου και η της Κανδήλας, ως εξάγομεν από τον Παυσανίαν (Αρκαδ. Κεφαλ. Ζ΄ και ΙΓ΄) αι δε άλλαι τρεις εσχηματίσθησαν ίσως κατά τον Μεσαίωνα και εξής, ότε η γεωργία εν Ελλάδι εκ των επανειλημμένων επιδρομών των ξένων και των συνεχών πολέμων είχε παραμεληθεί και τα ελληνικά έργα είχον καταστραφή.
Άπασαι αι ειρημέναι λίμναι έχουσιν εις τας υπωρείας των παρακείμενων ορέων οπάς, καταβόθρας κοινώς ονομαζομένας, ανεωχθείσας φυσικώς από του βάρους των υδάτων, εν αις εισερχόμενα ταύτα ρέουσιν υπογείως, και εξέρχονται προς μέρη γνωστά, δηλαδή, τα μεν ύδατα της Τάκας εξέρχονται, κατά τας επιτοπίους παραδόσεις, προς την Κονιδίτζαν της Λακεδαίμονος, άνωθεν της Πελλάνης, τα δε της Βερζοβάς προς τας Υσιάς της Αργολίδος εις την Ανδρίτζεναν, τα του Αργού πεδίου προς το ξεροπήγαδον, την Δεινήν κατά τον Παυσανίαν, (Αρκ. Κεφ. Ζ΄) εντός της θαλάσσης, τα της Κανδήλας προς τας Νάσσους εις του Γκιούσε, Ρεύνον κατά τον Παυσανίαν ονομαζόμενον (Αρκ. Κεφ. ΚΓ΄) τα δε της των Σιμιάδων άγνωστον επίσης που εξέρχονται και εκείνα τα ύδατα του ποταμού, όστις σχηματίζεται εκ των από Τριπόλεως και Θάνα καταρρεόντων υδάτων, […] εις την λεγομένην Καταβόθραν Μπαϊρακτάρη, ούτινος τα ύδατα είναι μεν πολλά τον χειμώνα, αλλ’ αι οπαί εν αις καταβροχθίζεται, ευρύχωροι ούσαι απορροφούσιν όλα τα ύδατα, και δεν πλημμυρούσιν, ίνα σχηματίσωσι λίμνην, ως εις τας προειρημένας θέσεις γίνεται· και πιθανόν τα ύδατα τούτων να ενώνονται δι’ υπογείων σωλήνων ή μετ’ εκείνων του Αργού Πεδίου, ή να εξέρχωνται αλλαχού, ή και προς τας Υσιάς εις τας υπωρείας του Παρθενίου, κατά την οδόν αυτήν, όπου κατά διετίαν ή τριετίαν αναβλύζουσι τον χειμώνα άφθονα ύδατα.

Τοσαύται λοιπόν είναι αι θέσεις, καθ’ ας πλημμυρούσιν εν τη Μαντινεία ύδατα, και τοσαύτη η έκτασις αυτών· δι’ άλλου δε άρθρου θέλομεν εξετάσει την σημερινήν αυτών κατάστασιν, και τας γενομένας εις αυτάς εργασίας υπό τε των περιοίκων και της Κυβερνήσεως, και θέλομεν αποδείξει, εάν αί εργασίαι αύται ήναι λυσιτελής και σκόπιμοι, και κατά ποίον τρόπον δύνανται να διατεθώσιν αι γαίαι αυταί, όπως κατασταθώσιν ωφέλιμοι προς τε το δημόσιον και τους κατοίκους.

Εφημερίς Αρκαδία, αρ. 45, 14/05/1858.